Κι όμως φοβάμαι

Σιγά μη Φοβηθώ

 

Εγώ πάντως φοβάμαι τη Χρυσή Αυγή.
Φοβάμαι γιατί κοντά μισό εκατομμύριο συμπολίτες μου την ψήφισαν ως δείγμα διαμαρτυρίας, δείχνοντας για άλλη μια φορά πόσο η λογική σκέψη και η σύνεση έχει χωρίσει με το λαό αυτό

Φοβάμαι γιατί η Ελληνική Αστυνομία αντί να μας προστατεύει πραγματικά ως κοινωνία, λειτουργεί επιλεκτικά και με βάση τις «προτιμήσεις» των υπαλλήλων της

Φοβάμαι γιατί η βία γεννά βία και λίγο με ενδιαφέρει αν κάποιος θα πάει από φασιστικό σουγιά ή από επαναστατική μολότοφ

Φοβάμαι γιατί οι Έλληνες βουλευτές ανέχτηκαν τη συμμετοχή τραμπούκων στην κοινοβουλευτική διαδικασία, ανέχτηκαν το χυδαίο υβρεολόγιο της Χ.Α., ανέχτηκαν τη συνύπαρξη στα πολιτικά τηλεοπτικά πάνελ και τώρα κάνουν τους θυμωμένους και τους ανίδεους

Φοβάμαι γιατί τα ελληνικά ΜΜΕ αναγόρευσαν σε τηλεοπτικούς αστέρες αρχηγούς και υπαρχηγούς συμμοριών και τώρα κουνάνε το δάχτυλο στους πολιτικούς και τους πολίτες

Φοβάμαι γιατί η ελληνική δικαιοσύνη άργησε, δίστασε για μια ακόμη φορά να καθαρίσει την πολιτική βρωμιά, πριν αυτή κακοφορμίσει και τώρα διεξάγει «κατεπείγουσες» και «σε βάθος» έρευνες ενώ έκλεινε τα μάτια για όσα όλοι ακόμα και πριν τις εκλογές γνωρίζαμε

Φοβάμαι γιατί έχω ακούσει και έχω πει «καλύτερα να μπουν στη Βουλή να ξεμπροστιαστούν» όμως τελικά ξεμπροστιάστηκε μια ολόκληρη κοινωνία

Φοβάμαι γιατί για άλλη μια φορά δεν κυνηγάμε το σιχαμερό πρόσωπο του φασισμού αλλά τους φασίστες -για όποιον καταλαβαίνει δεν είναι το ίδιο πράγμα.

Δεν ξέρω μπορεί να φοβάμαι υπερβολικά. Δεν πειράζει, το facebook είναι γεμάτο από ατρόμητους.

Η δική μου Κύπρος

Image

Την Κύπρο δε την ξέρω καλά. Η όποια γνώση μου περιορίζεται σε 6 μήνες που τελειώνουν σήμερα στη Λευκωσία και σε 6 μήνες δε μαθαίνεις και πολλά. Παίρνεις μια «μυρωδιά», της πόλης, της χώρας, της κοινωνίας. Σχηματίζεις μια εικόνα καλύτερη από του τουρίστα, αλλά δεν μπαίνεις στο «πετσί» των ντόπιων.

Εμένα πάντως μου άρεσε πολύ αυτή η μυρωδιά. Λάτρεψα την καθημερινή μου βόλτα στη Λύδρας (στη φωτό χτες 28-8-2013) με τα όμορφα καφέ και τα αμερικάνικα φαστ φουντ, τη μποέμικη νότα στη Φανερωμένη, τα στενά σοκάκια στους γύρω δρόμους με τα ραφεία και τα παλιά καταστήματα, με τις πινακίδες από μια άλλη εποχή και την μισογκρεμισμένη όψη.

Μου θύμιζαν μια Ελλάδα που τη διάβαζα στα χρονογραφήματα και την έβλεπα στις Ελληνικές ταινίες, εδώ ήταν ζωντανή, μέσα σε σπίτια με αυλές ακόμα και στο κέντρο της Πρωτεύουσας, σε ταβέρνες και καφενεία που κλείνουν το μεσημέρι, σε αυτοσχέδιες σούβλες που συνάντησα ακόμα και σήμερα το βράδυ πίσω από την Φανερωμένη.

Το ομολογώ. Ονειρεύτηκα να ζω στη Λευκωσία και το όνειρο μου άρεσε. Μου άρεσε που δεν έβλεπα πολυκατοικίες 15 ορόφων, που οι δρόμοι είναι μεγάλοι, τα πεζοδρόμια (συνήθως) ανοιχτά και που ο κόσμος δεν τρέχει.

Μου άρεσε που είδα ένα κράτος που μιλάει ελληνικά και όμως λειτουργεί. Που έκλεισαν οι τράπεζες 10 μέρες και δεν ζήσαμε «νόμιμες απαλλοτριώσεις», πυρκαγιές και κραυγές για δοσίλογους και προδότες. Που όταν άνοιξαν ήταν σα να μην είχαν κλείσει ποτέ -κι ας έχασαν κάποιοι οικονομίες ζωής.

Δεν είναι παράδεισος η Κύπρος. Έχει και ξιπασιά και νεοπλουτισμό. Και νεποτισμό και ευνοιοκρατία. Έχει θυσιάσει τη φύση στο όραμα της τουριστικής ανάπτυξης. Στηρίχθηκε σε ένα μοντέλο ανάπτυξης αδιέξοδο. Αλλά στο δικό μου το όνειρο αυτά είναι θολά, ασήμαντα για την εμπειρία μου.

Στο δικό μου όνειρο ο μεσίτης πριν μου δείξει το σπίτι κάνει στάση να πάρει το παιδί από τον παιδικό σταθμό, το ραντεβού με το ταξί είναι «περίπου» και ο λογιστής άμεσα εννοεί σε 15 μέρες.

Όμως -στο ίδιο όνειρο- τα ιδιωτικά πανεπιστήμια λειτουργούν με όρους ελεύθερης αγοράς και δεν ανοίγει ρουθούνι, τα δημόσια διαθέτουν υποδομές που θα ζήλευαν πολλά ευρωπαϊκά ιδρύματα, ο δρόμος Λευκωσία -Λεμεσό έχει 3 λωρίδες και ούτε μία λακκούβα. Α! και εδώ οι συζητήσεις -αυτές που εγώ άκουσα στην TV- γίνονται με στόχο να ακουστούν -έστω φτωχά- επιχειρήματα, όχι τσιρίδες και κραυγές. 

Αυτά τα λίγα είδα στην Κύπρο, μαζί με ορισμένους εξαιρετικούς ανθρώπους που γνώρισα και με τους οποίους έκανα κουβέντες και μοιράστηκα σκέψεις.

Εμένα θα μου μείνει σαν μια χώρα σύγχρονη, αλλά συγχρόνως παλιομοδίτικη, με αντιφάσεις αλλά και προοπτικές. Δεν ξέρω αν είναι αυτή η πραγματική Κύπρος. Το είπα από την αρχή, αυτή είναι η δική μου. Και ελπίζω να συνεχίσει να υπάρχει κάποια στιγμή ώστε να καταφέρω και να τη ζήσω.

Η Ομοσπονδία προχωρά -Η Δημοκρατία καθυστερεί

Πανθομολογούμενα πλέον η μόνη λύση για τη σωτηρία της Ευρώπης είναι περισσότερη Ευρώπη. Τραπεζική Ένωση ζητά η Ισπανία, Πολιτική το Βερολίνο, Ευρω-ομόλογα ο Νότος, έλεγχο στα δημοσιονομικά όλων των κρατών ο Βορράς. Από την αρχή της κρίσης με δηλώσεις τους τόσο ο Φαν Ρομπέι, όσο και ο Μπαρόζο, ο Τρισέ και τόσοι άλλοι ευρωπαίοι αξιωματούχοι αλλά και πολιτικοί στα κράτη μέλη υποδεικνύουν ως μόνη λύση την μεγαλύτερη ενοποίηση.
Αναρωτιέται κανείς: Δεν είναι οι ίδιοι πολιτικοί αυτοί που δέκα μόλις χρόνια πριν απέρριπταν τέτοιες λύσεις; Δεν είναι οι ίδιοι ακριβώς άνθρωποι που δημιούργησαν το κοινό νόμισμα χωρίς την απαραίτητη ενιαία οικονομική διακυβέρνηση; Με την απόρριψη του Ευρωσυντάγματος δεν ήταν που οι λαοί της Ευρώπης είπαν όχι σε μια πορεία προς την Ομοσπονδία; Και πολύ περισσότερο: Είναι δυνατόν την εποχή της έξαρσης των εθνικισμών –σε Βορρά και Νότο- η λύση να είναι μεγαλύτερη ενοποίηση;

Δυστυχώς οι ορθές λύσεις είναι στην πολιτική όπως στην ιατρική: όσο αρνείσαι την πρόληψη τόσο περισσότερο υποφέρεις στη θεραπεία. Και συχνά οι ορθές λύσεις είναι μονόδρομος. Γι αυτό και ό,τι δημοκρατικά η Ευρώπη απέρριπτε εδώ και χρόνια επιστρέφει για να επιβληθεί από τις «αγορές» και την οικονομική κρίση ως μόνη διέξοδος. Και όσα αποτελούσαν «φαντασιώσεις κάποιων ονειροπαρμένων ευρωπαϊστών» σήμερα γίνονται κοινή έκκληση σχεδόν όλων των Ευρωπαίων ηγετών.

Στην πραγματικότητα αυτό που πληρώνουμε σήμερα δεν είναι η ατασθαλία του Νότου ή η χαλαρή επιτήρηση του Βορρά. Είναι η άρνησή μας να αποφασίσουμε ποια Ευρώπη θέλουμε. Και το αναπάντητο ερώτημα επιστρέφει σα το φάντασμα που ζητά να λυτρωθεί.

Κάποιοι νομίζουν ότι θα το ξορκίσουν με το φανατισμό. Με εθνικιστικές κορώνες, λαϊκιστικές εξάρσεις και ψευτο-παλικαρισμούς. Και καταφέρνουν είναι αλήθεια να παρασύρουν πολλούς στην ουτοπία τους. Δεν έχει σημασία. Απλά ξοδεύουν χρόνο και δυνάμεις που δεν έχουμε.

Στην πραγματικότητα η Ευρώπη έχει πάψει από χρόνια να είναι εθνική. Δεν είναι ομοσπονδία βέβαια, αλλά τα εθνικά κράτη με την κλασσική τους μορφή έχουν πάψει να υφίστανται και επισήμως από το 2002. Όμως αυτό δε το είπε κανείς στους πολίτες, εξ ου και τα φαντάσματα.

Τελικά σήμερα δεν είναι η ώρα των αποφάσεων. Είναι η ώρα της συνειδητοποίησης. Η ώρα να καταλάβουμε ότι πίσω απλά δεν υπάρχει. Και τώρα πια ούτε και στασιμότητα μπορεί να δικαιολογηθεί. Η Ευρώπη είτε θα καταρρεύσει, είτε –με το γνωστό νωχελικό της ρυθμό- θα προχωρήσει μπροστά, θα δημιουργήσει τους θεσμούς εκείνους που θα στηρίξουν το οικοδόμημα σε στέρεες επιτέλους βάσεις και θα αντικρύσει με μεγαλύτερη ειλικρίνεια τον εαυτό της, όπως είναι μετά από 60 κοντά χρόνια κοινής πορείας.

Για την πορεία της Ευρώπης, της Ευρωπαϊκής Ένωσης πιο σωστά –και το λέω σήμερα, μεσούσης της κρίσης και με την Ισπανία να κλυδωνίζεται- νιώθω πιο σίγουρος από ποτέ. (Για την Ελλάδα καθόλου, αλλά αυτό θα αποτελέσει θέμα επόμενου σημειώματος). Πάντα οι δυσκολίες και οι εκβιασμοί την βοηθούσαν να κάνει τα βήματα που άφηνε μετέωρα.

Όμως η μεγάλη μου απογοήτευση είναι για τις φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις, εκείνες που αγωνίστηκαν για περισσότερη Ευρώπη στα 60 αυτά χρόνια. Είναι μεγάλη ειρωνεία, αλλά εκείνες είναι οι μεγάλες χαμένες . Απέτυχαν τόσα χρόνια να εξηγήσουν στους πολίτες την αναγκαιότητα της Ένωσης. Και τώρα αυτή επιβάλλεται σχεδόν εκβιαστικά από τα διλήμματα της εποχής. Κα γίνεται έτσι ακόμα πιο αντιπαθής, ακόμα πιο απωθητική για τους πολίτες. Που αναζητούν διέξοδο σε λύσεις παλιές, γνωστές –σα τα μαντζούνια, για να γυρίσω στο ιατρικό παράδειγμα. Λύσεις ωστόσο καθόλου αποτελεσματικές. Οι φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις είχαν άδικο γιατί πολύ νωρίς είχαν δίκιο. Αλλά δεν κατάφεραν να πείσουν για αυτό.

Η Ευρωπαϊκή Ενοποίηση γίνεται σήμερα, συμβαίνει μπροστά μας. Όσοι μπορούν να διαβάσουν πίσω από τις γραμμές θα το δουν. Όπως η πρώτη της φάση συνέβαινε όταν ακόμα ο πόλεμος μαίνονταν στην Ευρώπη, πίσω στο 1945. Δυστυχώς όμως η δημοκρατία στην Ευρώπη αργεί ακόμα. Οι πολίτες χάσαμε την ευκαιρία να διαμορφώσουμε την Ένωση όπως θα θέλαμε εμείς, από τη βάση προς τα πάνω. Τώρα μας επιβάλλεται και μπορούμε μόνο να περιμένουμε –όταν θα βρεθεί και πάλι σ απάνεμο μέρος- να βελτιώσουμε το μοντέλο που θα έχει αποφασιστεί.

Δύσκολο το συναίσθημα αυτό για έναν φεντεραλιστή

Οι πιο Ευρωπαϊκές εκλογές θα γίνουν στην Ελλάδα

Ποτέ άλλοτε εθνικές εκλογές δεν είχαν τόσο ευρωπαϊκό χρώμα. Ίσως μάλιστα ούτε οι Ευρωεκλογές δεν ήταν τόσο ευρωπαϊκές όσο οι εκλογές του Ιουνίου.

Σε συνέχεια των Γαλλικών εκλογών, όπου το βασικό διακύβευμα ήταν το σύμφωνο σταθερότητας ή σύμφωνο λιτότητας –ανάλογα την οπτική, οι Ελληνικές εκλογές θέτουν ένα πολύ πιο κομβικό ζήτημα που θα έπρεπε μάλλον να έχει τεθεί στους ευρωπαϊκούς λαούς και να έχει απαντηθεί πριν από δύο δεκαετίες:

Θέλουμε περισσότερη Ευρώπη; Και αν ναι, πόση και ποια;

Μην ξεγελιέστε με τα παράλληλα ερωτήματα που τίθενται γύρω από αυτό; Μέσα ή έξω από το μνημόνιο, με ή χωρίς λαθρομετανάστες, με πολύ, λίγη ή καθόλου λιτότητα; Το ερώτημα μπαίνει –για πρώτη ίσως φορά στην πραγματική του βάση: Πόση και ποια Ευρώπη θέλουμε;

Πρέπει να πω ότι είμαι ευτυχής που επιτέλους, έστω και για λάθος λόγο τα ερωτήματα αυτά κυριαρχούν στην πολιτική σκηνή. Είναι ίσως η εκδίκηση των φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων: Τα ερωτήματα που κάποιοι απέφυγαν να απαντήσουν μιας και τότε η ευδαιμονία που δημιουργούσε η Ευρώπη δεν ευνοούσε τις εθνικοπροσυλωμένες ατζέντες τους, έρχονται τώρα σαν εφιάλτες, στοιχειώνοντας την εθνική υπόσταση με τη μορφή χρεών, αγορών, ομολόγων και λιτότητας.

Αν τα ερωτήματα είχαν απαντηθεί πριν από 20 ή έστω 10 χρόνια, σήμερα δε θα ζούσαμε την κρίση αυτή. Ίσως να ήμασταν πιο απομονωμένοι, καθείς στο νόμισμά του, με την εθνική του οικονομία και τις δικές του δυνάμεις. Ίσως να ήμασταν όλοι μαζί, με μια ισχυρή ευρωπαϊκή καθοδήγηση, σε μια ευρωπαϊκή οικονομική διακυβέρνηση που θα διαχειρίζονταν ένα πραγματικό νόμισμα, το ευρώ.

Όμως οι εκκρεμότητες επιστρέφουν ως ερινύες. Το σύμβολο του ευρώ προέρχεται από το ελληνικό Έψιλον –βλέπετε το 2002 ήμασταν ακόμα «καλά παιδιά του σκληρού πυρήνα». Από εδώ ξεκίνησε η περιπέτειά του και εδώ θα δώσει την πιο σκληρή του μάχη.

Νίκος Λαμπρόπουλος

(Δημοσιεύτηκε στην Blogactiv στις 2/6)

Καληνύχτα μας Έλληνες…

Λίγες εβδομάδες μέχρι τις εκλογές και η Ελλάδα θυμίζει χώρα της Βορείου Αφρικής στα πρόθυρα εμφυλίου. Με τις υπερβολές και τις ακρότητές μας καταφέραμε να φέρουμε την Ελλάδα μας –αυτή για την οποία όλοι κοπτόμαστε- από τα πρόθυρα της καταστροφής στην ελεύθερη πτώση του χάους.

Πολιτικά κόμματα που χωρίζονται και επανενώνονται για να χωριστούν ξανά και να ενωθούν με άλλα. Βουλευτές που αναζητούν «στέγη» και εκλογή σε διπλανά «μαγαζιά». Ξυλοδαρμοί για πολιτικά φρονήματα (εκτός αν εσείς αντιλαμβάνεστε διαφορετικά τη φυλετική βία, τους ξυλοδαρμούς στα Εξάρχεια, τις εισβολές σε τοπικούς τηλεοπτικούς σταθμούς και τα γιαούρτια). Φραστικές απειλές, δημόσιοι εκβιασμοί για χάος, πείνα, κατάρρευση. Και ένας λαός που δεν ξέρει τι σημαίνει απαγορεύεται, τι σημαίνει σεβασμός σε κανόνες. Που είναι ακόμα περνάει με κόκκινο και καπνίζει στο εστιατόριο. Που είδε το νόμο για τα αυθαίρετα ως ευκαιρία για να κτίσει μερικά ακόμα και να τα νομιμοποιήσει άμεσα.

Η χωρά μας βουλιάζει και η κοινωνία μας μάχεται ανεμόμυλους. Τους κακούς ξένους, τους μοχθηρούς τραπεζίτες. Και μόνη ηδονική σκέψη το Αρκάδι. Να πέσουμε και να τους πάρουμε μαζί μας! Αυτή λοιπόν είναι η νέα Μεγάλη Ιδέα του Έθνους. Η που θα ρίξουμε κανόνι (όμοιο με αυτό για το οποίο βρίζουμε τον Λαυρεντιάδη ή τον Λαναρά) ή που στάχτη να γίνουν όλα –και όλοι.

Με τη βοήθεια και των Ευρωπαίων φίλων μας  -που είτε δεν καταλαβαίνουν είτε πολύ καλά καταλαβαίνουν- η Ελληνική Κοινωνία οδηγείται για άλλη μια φορά στις εκλογές με ψεύτικα διλήμματα (αυτά που κάποτε είχε καταγγείλει ο Αντώνης Σαμαράς) και πολεμικές ιαχές. Μέτωπα αριστερά ή δεξιά, δραχμή ή ευρώ, μέσα ή έξω από την Ευρώπη, με ή χωρίς το μνημόνιο. Καμιά κουβέντα για τις διαρθρωτικές αλλαγές –κι ας τις επισημαίνουν όλοι, Έλληνες και ξένοι αναλυτές, ως αναγκαίες- καμιά κουβέντα για την εγκληματικότητα, καμιά κουβέντα για την ελληνική ανομία. Και φυσικά λέξη για την Παιδεία, για το περιβάλλον για την επιχειρηματικότητα. Οι Έλληνες θα ψηφίσουν και πάλι για να στείλουν μήνυμα και όχι για να διαλέξουν κυβέρνηση και μετά θα βρίζουν όποιον κι αν εκλεγεί γιατί δεν έκανε τα όνειρά τους πραγματικότητα. 

Αυτό ωστόσο που κανείς δεν βλέπει, δε θέλει να δει, είναι την ξέρα, το αδιέξοδο της πορείας μας. Οι εκκλήσεις των Ευρωπαίων είναι «ωμή παρέμβαση» ή «δείγμα τρόμου μη τους παρασύρουμε» ή ακόμα «μπλόφα» που εξυπηρετεί τα κόμματα του μνημονίου. Κανείς δε σκέφτεται ότι μπορεί να είναι απλώς μια φωνή λογικής (όχι απαραίτητα σωστής, ή μοναδικής) που μάταια προσπαθεί να μας ξυπνήσει.

Δεν έχω καμιά ελπίδα πια για αυτή την κοινωνία. Μια κοινωνία σε πλήρη παρακμή, που δεν αναζητά καν κάτι ελπιδοφόρο να πιαστεί, να σηκωθεί. Ψάχνει μόνο εξιλαστήρια θύματα, άφεση αμαρτιών (και χρεών) και ηρωικές εξόδους. Γι αυτό και δεν πιστεύω ότι υπάρχει φάρμακο για το πρόβλημά της, όχι τουλάχιστον κανένα με άμεσο αποτέλεσμα. Δεν ξέρω αν η χώρα θα τα καταφέρει να ξεπεράσει τον κάβο και να παραμείνει στην Ευρωπαϊκή οικογένεια. Για τους Έλληνες ωστόσο δεν έχω αμφιβολίες… καληνύχτα σας.

Το μέλλον δεν βρίσκεται στο παρελθόν

Αμέσως μετά τις εκλογές έχει ανοίξει στο χώρο της κεντροδεξιάς η συζήτηση για την επανένωση λέει της παράταξης ώστε στις επόμενες εκλογές να καταφέρει να εκφράσει το σύνολο του χώρου και να πετύχει ένα καλύτερο εκλογικό αποτέλεσμα που θα της δώσει τη δυνατότητα να κυβερνήσει.
Μετά λοιπόν την απίστευτα συντηρητική (με την κοινωνιολογική και όχι πολιτική έννοια) ψήφο στον ΣΥΡΙΖΑ με το σύνθημα «γύρισέ τα πίσω όλα, καμιά αλλαγή, καμιά μεταρρύθμιση», η δεξιά παράταξη –που δε φημίζεται και για την πρωτοτυπία της- ακολουθεί το δρόμο της επιστροφής στο παρελθόν ελπίζοντας σε ένα καλύτερο μέλλον.
Έτσι στελέχη και ψηφοφόροι οραματίζονται τις τελευταίες μέρες μια ενιαία παράταξη με κεντρικό άξονα τη Ν.Δ. και την επιστροφή της Ντόρας, του Μάνου, του Καμμένου, του Καρατζαφέρη και ίσως να ξεχνάω και κανέναν. Μάλιστα οι περισσότεροι φαντάζονται την παράταξη αυτή υπό την ηγεσία του Κώστα Καραμανλή.
Το γεγονός ότι η συγκεκριμένη παράταξη είναι καρμπόν η ΝΔ του 2000 που δοκιμάστηκε και αποδοκιμάστηκε δε φαίνεται να απασχολεί κανέναν. Το γεγονός ότι ενδιάμεσα οι θέσεις που έχουν υποστηρίξει ο Καμμένος και ο Καρατζαφέρης είναι από εθνικιστικές ως γραφικά υπερεθνικιστικές πάλι δε φαίνεται να προβληματίζει, όπως δεν προβληματίζει το γεγονός ότι ο Μάνος έχει κατέβει με 3 κόμματα στις 3 τελευταίες αναμετρήσεις. Δεν προβληματίζει κανέναν ούτε η άποψη της Ντόρας ότι «τα παλιά κόμματα έχουν πεθάνει».
Όχι. Το μόνο που μετράει είναι τα ψηφαλάκια. Τα βάλαμε κάτω, τα μετρήσαμε και είδαμε ότι όλοι μαζί παίρνουμε την εξουσία. Εντάξει οι μισοί θα λένε υπέρ του μνημονίου οι άλλοι κατά. Εντάξει κοροϊδεύουμε τον κόσμο που θα ψηφίζει π.χ. Χατζηδάκη αλλά θα βρεθεί με υπουργό Καρατζαφέρη. Αλλά θα έχουμε την εξουσία. Αυτό έχει σημασία.
Κάποιοι δε θέλουν να καταλάβουν ότι οι εποχές άλλαξαν. Πολύ χειρότερα, δε θέλουν να συμβάλλουν να ολοκληρωθεί η αλλαγή αυτή. Να οδηγήσουν την κοινωνία σε κάτι νέο. Φοβούνται. Και το μόνο που τους νοιάζει είναι η αριθμητική και τα «ψηφαλάκια».
Ας το αντιληφθούν όλοι πριν να είναι αργά. Οι εκλογές δεν είναι αριθμητική. Είναι δυναμική. Αν θέλουν η δυναμική να είναι οπισθοδρομική ώστε στις επόμενες εκλογές να αναμετρηθεί ο Αλέξης Παπανδρέου με την ΕΡΕ του Καραμανλή ας το πράξουν κι ας αναλάβουν την ευθύνη για τις πράξεις τους.
Αν πάλι θέλουν έστω την ύστατη στιγμή να κάνουν ένα βήμα μπροστά ας κοιτάξουν να ανανεώσουν τα ψηφοδέλτια και τις ιδέες τους. Ας ανοίξουν χώρο σε διαφορετικές προσεγγίσεις, ας προετοιμαστούν και ας προετοιμάσουν τους οπαδούς τους για μετεκλογικές συνεργασίες. Και κυρίως: ας καταλάβουν όλοι ότι οι συνέργιες που θα έπρεπε ήδη να ψάχνουν δεν είναι στα διπλανά κόμματα, αλλά στα αδελφά τους στην υπόλοιπη Ευρώπη, μέσα στις μεγάλες πολιτικές ομάδες που ανήκουν (ακόμα) αλλά ποτέ δεν αξιοποίησαν.